Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

28η Οκτωβρίου 1940 - Το βροντερό "ΟΧΙ" των Ελλήνων

«Αι Ιταλικαί δυνάμεις προσβάλλουσιν από τις 05:30 ώρας της σήμερον τα ημήτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής Μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του Πατρίου Εδάφους».
Οι παραπάνω σειρές που αναγνώσατε συντελούν το πρώτο πολεμικό διάγγελμα που μεταδόθηκε και χαράχτηκε βαθειά στην καρδιά του ελληνισμού. Όσες φορές και αν ηχήσει γεννά συναισθήματα σε όσους είναι ή αισθάνονται Έλληνες.
Ας θυμηθούμε πως ξεκίνησαν όλα. Το ημερολόγιο δείχνει 28 Οκτωβρίου και το ρολόι στον τοίχο του σπιτιού του πρωθυπουργού-δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά δείχνει 03:00 τα ξημερώματα. Τότε ο Ιταλός πρέσβης στην Ελλάδα, ονόματι Γκράτσι, μεταφέρει τελεσίγραφο του Μουσολίνι που ζητούσε από τον Έλληνα πρωθυπουργό να επιτρέψει στα ιταλικά στρατεύματα περάσουν και να εγκατασταθούν ελεύθερα στην Ελλάδα.
Ο Μεταξάς με την γαλλική φράση « Alors , c'est la guerre », που σημαίνει « Πόλεμος λοιπόν» στέλνει ηχηρό μήνυμα στον «Ντούτσε» πως δεν θα παραδοθεί.
«Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν δια την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της. Μολονότι ετηρήσαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητά και ίσην προς όλους, η Ιταλία μη αναγνωρίζουσα εις ημάς να ζήσωμεν ως ελεύθεροι Έλληνες, μου εζήτησε σήμερον την 3ην πρωινήν ώραν την παράδοσιν τμημάτων του Εθνικού εδάφους κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν και ότι προς κατάληψιν αυτών η κίνησις των στρατευμάτων της θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρεσβευτήν ότι θεωρώ το αίτημα αυτό καθ’ευατό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται τούτο, ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος.
Έλληνες, τώρα θα αποδείξωμεν εάν πράγματι είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας την οποίαν μας εξηφσφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλον το Έθνος θα εγερθή σύσσωμον. Αγωνισθήτε δια την Πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά μας και τα ιεράς μας παραδόσεις. Νυν υπέρ πάντων ο αγών».
Μισή ώρα πριν λήξει η «προθεσμία» που είχε δώσει η ιταλική πλευρά, ήτοι στις 05:30, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου, η εισβολή ξεκινά. Όχι μόνο από τα Ελληνοαλβανικά σύνορα αλλά και από τον Τύπο του εξωτερικού λέγοντας πως οι Έλληνες επιτίθενται στην Αλβανία.
Ο Μουσολίνι εκτιμούσε πως τα στρατεύματά του, μιας και υπερτερούσαν τεχνολογικά, θα έκαναν παρέλαση. Όμως, ο ελληνικός λαός με χαρά πήγε να καταταγεί και εκεί οφείλεται η πανηγυρική νίκη που διδαχθήκαμε από τα πρώτα μας σχολικά χρόνια.
Μάλιστα, ο ελεύθερος Τύπος της εποχής σημείωσε κολακευτικά σχόλια για το ελληνικό θάρρος και κυριολεκτικά «χρύσωσε» την γροθιά στο στομάχι που δέχτηκαν οι δυνάμεις του άξονα από μία χούφτα Ελλήνων στην Πίνδο.
Οι Ιταλοί ταπεινώθηκαν, τράπηκαν σε φυγή (17 Νοεμβρίου 1940) και ανέτρεξαν να ζητήσουν βοήθεια από τους συμμάχους τους, Γερμανούς. Αξίζει να σημειωθεί πως στο έργο των δυνάμεων του άξονα είχε προσαρτηθεί η γειτονική Βουλγαρία που συντέλεσε στο να κινηθούν τα Γερμανο-ιταλικά στρατεύματα στα βουνά.
Συνεπώς, η ζυγαριά έγειρε επικίνδυνα και ο συνασπισμός Ιταλίας-Γερμανίας-Βουλγαρίας κατάφερε να κάμψει -προσωρινά- την αντίσταση των Ελλήνων.
Στις 24 Απριλίου του 1941 οι συνασπισμένες δυνάμεις καταλαμβάνουν και εν συνεχεία παρελαύνουν στην ερημωμένη Αθήνα καθότι οι πολίτες παρέμειναν στα σπίτια τους.
«Εδώ ελεύθεραι ακόμα Αθήναι. Έλληνες, οι Γερμανοί εισβολείς ευρίσκονται εις τα πρόθυρα των Αθηνών. Αδέλφια, κρατήστε καλά μέσα στην ψυχή σας το πνεύμα του μετώπου. Ο εισβολεύς εισέρχεται με όλας τας προφυλάξεις εις την έρημον πόλιν με τα κατάκλειστα σπίτια.
Έλληνες, ψηλά τις καρδιές. Προσοχή, ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών ύστερα από λίγο δεν θα είναι ελληνικός. Θα είναι γερμανικός και θα μεταδίδει ψέματα. Έλληνες, μην τον ακούτε! Ο πόλεμός μας συνεχίζεται και θα συνεχιστεί μέχρι της τελικής νίκης. Ζήτω το Έθνος των Ελλήνων!»
Εν κατακλείδι, πρέπει να σημειωθεί πως η Ελλάδα δεν ηττήθηκε από τις δυνάμεις του άξονα. Νίκησε καθότι κατάφερε να καθυστερήσει έναν ολόκληρο χρόνο τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του ναζισμού να φτάσουν στην χιονισμένη Ρωσία, όπου και κατατροπώθηκαν.

1941-1942
Οι Γερμανοί μόλις εισήλθαν στην Αθήνα (27 Απριλίου 1941) φρόντισαν να ορκίσουν κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Τσολάκογλου και η σβάστικα κυματίζει στον ιερό βράχο της Ακρόπολης των Αθηνών.
Μετά την κατάληψη της Κρήτης (Μάιος 1941) από τα γερμανικά στρατεύματα, ολόκληρη η ελληνική Επικράτεια βρίσκεται υπό την κατοχή των δυνάμεων του Άξονα. Τα ιταλικά και τα βουλγαρικά στρατεύματα ακολουθούν τους Γερμανούς και αμέσως τίθενται σε εφαρμογή τα σχέδια διαμελισμού της Ελλάδας.
Η Ιταλία καταλαμβάνει τα επτάνησα ενώ στη Βουλγαρία παραχωρείται αρχικά η ζώνη ανάμεσα στο Στρυμόνα και στο Νέστο και τα νησιά Θάσος και Σαμοθράκη. Τόσο οι Ιταλοί στα επτάνησα όσο και οι Βούλγαροι στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη επιχειρούν να εφαρμόσουν πολιτική αφελληνισμού.
Η υπόλοιπη χώρα διαιρείται σε δύο ζώνες: μία γερμανική και μία ιταλική. Συνολικά, οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής ανέρχονται σε 100.000-140.000 άνδρες και οι ιταλικές σε 140.000. Οι Βούλγαροι στρατιώτες ήταν περίπου 40.000.
Αξίζει να υπογραμμιστεί πως οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι δαπανούσαν για τη συντήρησή τους, τους πόρους της χώρας. Συγχρόνως, η Ελλάδα αναγκάστηκε να καταβάλει μεγάλα χρηματικά ποσά για τα έξοδα συντήρησής τους. Οι Γερμανοί δέσμευσαν όλα τα αγαθά, το φυσικό πλούτο και την παραγωγή. Καθημερινά «έφευγαν» πολύτιμα φορτία για την Γερμανία και την Ιταλία. Την ίδια ώρα, οι Έλληνες στερούνταν ακόμα και την τροφή.
Ο πληθωρισμός φτάνει σε θεόρατα ύψη την ίδια ώρα που οι μισθοί εκμηδενίζονται. Αποτέλεσμα τούτου είναι το φαινόμενο της μαύρης αγοράς και ο υποσιτισμός του λαού. Κατά τη διετία 1941-1942 χιλιάδες άνθρωποι χάνουν την ζωή τους από έλλειψη τροφής (υπολογίζεται περί τις 300.000).

Ελληνική Αντίσταση

Ενώ η ελληνική βασιλική κυβέρνηση του Καΐρου (Εμμ. Τσουδερός) ήταν εντελώς αποκομμένη από τη χώρα, οι υπόδουλοι Έλληνες άρχισαν να αναζητούν τρόπους αντίστασης στον κατακτητή.
Το πρώτο αποτελεσματικό ράπισμα στα στρατεύματα κατοχής δόθηκε με το κατέβασμα της χιτλερικής σημαίας (σβάστικας) από την Ακρόπολη της Αθήνας την νύχτα της 30ης Μαΐου 1941. Δύο νεαροί φοιτητές της Νομικής, ο Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί υπέστειλαν την γερμανική σημαία.
Η Αντίσταση συνεχίστηκε και βρήκε τρόπο έκφρασης μέσω οργανωμένων ένοπλων ομάδων. Πρώτος δημιουργήθηκε ο ΕΔΕΣ (Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος) υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα.
Λίγο αργότερα ιδρύεται η ΕΚΚΑ (Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση) με αρχηγούς το Συνταγματάρχη Ευριπίδη Μπακιρτζή, τον συνταγματάρχη Δημήτριο Ψαρρό και τον Γεώργιο Καρτάλη ως πολιτικό εκφραστή.
Ακόμα, στις 28 Σεπτεμβρίου του 1941 εμφανίζεται το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) ύστερα από σύμπραξη του ΚΚΕ, ΣΚΕ, ΕΛΔ και ΑΚΕ. Ο ΕΛΑΣ ήταν ο ένοπλος βραχίονας του ΕΑΜ και γι’αυτό συναντάται ως ΕΑΜ-ΕΛΑΣ
Ξέχωρα από τις προαναφερθείσες οργανώσεις υπήρξαν αρκετές ακόμα (όπως φερ’ειπείν η ΕΠΟΝ,ΣΠΙΘΑ κ.α.) τις οποίες για λόγους οικονομίας χώρου δεν θα αναλύσουμε.
Στόχος των οργανώσεων ήταν ο αγώνας κατά των κατακτητών και η απελευθέρωση της Ελλάδας.

Η Αρχή του τέλους

Στα 1943 ο ΕΛΑΣ ελέγχει πλήρως τρεις πόλεις: την Καρδίτσα, τα Τρίκαλα και το Καρπενήσι και συνολική έκταση 30.000 τ.χ. με πληθυσμό περίπου 750.000. Ωστόσο, όσο η αντίσταση του ελληνικού λαού κορυφώνεται τόσο η αντίδραση των στρατευμάτων κατοχής σκληραίνει και αρχίζουν οι εκατόμβες των εκτελέσεων. Στις προσπάθειες για κατάπνιξη της εθνικής αντίστασης συμμετέχουν τόσο οι κατοχικές κυβερνήσεις όσο και τα «τάγματα ασφαλείας» που απαρτίζονται από Έλληνες δοσίλογους.
Στην ύπαιθρο ολόκληρα χωριά και κωμοπόλεις κατακαίονται, ενώ εκατοντάδες ψυχές εκτελούνται στο σκοπευτήριο της Καισαριανής ή στο Επταπύργιο. Συνολικά σκοτώθηκαν 49.188 άτομα.
Ενώ αρχικά οι αντιστασιακές οργανώσεις συνεργάζονταν, από τα μέσα του 1943 εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια ανταγωνισμού μεταξύ τους. Μάλιστα, στις αρχές του 1944, όταν η ώρα της απελευθέρωσης πλησιάζει, οι αντιθέσεις ανάμεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις οξύνονται και οδηγούν σε ανοικτή ρήξη. Καθεμία από αυτές υπόκεινταν σε διαφορετική σφαίρα επιρροής που αποσκοπούσε στο να γίνει κυβέρνηση μεταπολεμικά.
Τον Απρίλιο του 1944 ο ΕΛΑΣ μετά από σκληρές μάχες εξουδετερώνει τις αντάρτικες δυνάμεις της ΕΚΚΑ στην περιοχή της Γκιώνας. Ο συνταγματάρχης Ψαρρός πιάνεται αιχμάλωτος και εκτελείται από αντάρτη του ΕΛΑΣ. Συγχρόνως, ο ΕΛΑΣ στρέφεται και εναντίον του ΕΔΕΣ.
Στις 10 Μαρτίου 1944, το ΕΑΜ, δημιουργεί την «Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης» (ΠΕΕΑ) που συνιστούσε ένα είδος κυβέρνησης της ελεύθερης Ελλάδας. Στους κόλπους της περιελάμβανε σημαντικό αριθμό μη κομμουνιστών και πρόεδρος της ήταν ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Αθήνας Αλέξανδρος Σβώλος.
Στα τέλη Απριλίου η ΠΕΕΑ διοργανώνει μυστικές εκλογές στην ελεύθερη και την κατεχόμενη Ελλάδα για να σταλούν εκπρόσωποι στην Εθνοσυνέλευση που παίρνει το όνομα «Εθνικό Συμβούλιο» που συνέρχεται για πρώτη φορά στο χωριό Κορυσχάδες της Ευρυτανίας.
Συνεπώς, δημιουργείται μία παράλληλη κυβέρνηση, παράλληλη με αυτή του Καΐρου που πρωταρχικό στόχο έχει την αντικατατάσταση της κυβέρνησης Τσουδερού (κατοχικής κυβέρνησης).
Συντονιστική επιτροπή ζητά από τον Εμμ. Τσουδερό να παραιτηθεί και να συγκροτηθεί κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Κάτω από την πίεση των Άγγλων (φοβόντουσαν πως δεν θα μπορέσουν να ελέγξουν την κυβέρνηση εθνικής ενότητας), ο Τσουδερός αρνείται να παραιτηθεί και ξεσπά ανταρσία στα ελληνικά στρατιωτικά σώματα. Οι Άγγλοι καταπνίγουν την ανταρσία και ο Τσουδερός τελικά παραιτείται.
Έτσι, αναλαμβάνει πρωθυπουργός ο Σοφοκλής Βενιζέλος (14 Απριλίου 1944) και ακολούθως ο Γεώργιος Παπανδρέου ο οποίος μετά από εργώδεις διαπραγματεύσεις καταφέρνει να συγκαλέσει διάσκεψη στο Λίβανο, όπου συμμετείχαν αντιπρόσωποι όλων των κομμάτων.
Μετά από δύσκολες διαπραγματεύσεις, συμφωνήθηκε συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου στην οποία θα συμμετείχε και η ΠΕΕΑ.
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1944 σχηματίζεται η νέα κυβέρνηση και περιλαμβάνονται 6 υπουργοί της ΠΕΕΑ.
Στις 12 Οκτωβρίου οι Γερμανοί εγκατέλειψαν την Αθήνα και στις 18 ο πρωθυπουργός και τα μέλη της κυβέρνησης εισήλθαν στην πόλη.

Πηγή:stifora.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: